ΣΕΒ: Οι Έλληνες να πιστέψουν στις δυνατότητές τους
Η Ελλάδα, έχει λοιπόν επιδείξει αξιοσημείωτες αντοχές, και μπορεί σχετικά εύκολα να βγει από τη μιζέρια. Αρκεί οι Έλληνες να πιστέψουν στις δυνατότητές τους, και η χώρα να επιστρέψει σε ισχυρούς ρυθμούς επενδύσεων και ανάπτυξης, αυτή τη φορά χωρίς δανεικά, με βάση την εργατικότητα, την αποταμίευση και την αριστεία, επισημαίνει ο ΣΕΒ στο δελτίο του για την Ελληνική οικονομία – Οικονομία & Επιχειρήσεις που κυκλοφορεί σήμερα. Το δελτίο επιμελείται ο Τομέας Μακροοικονομικής Ανάλυσης και Ευρωπαϊκής Πολιτικής του ΣΕΒ. Αναλυτικά:
«Υλικές συνθήκες διαβίωσης και ποιότητα ζωής στην Ελλάδα και αλλού…»
Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, How’s life? 2017 (Μάιος 2018), η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στο χαμηλότερο σημείο όσον αφορά στις υλικές συνθήκες διαβίωσης. Όταν ερωτάται πόσο ικανοποιημένος είναι από τη ζωή του, με άριστα το 10, ο μέσος Έλληνας βαθμολογεί τη ζωή του με 6,2, μια από τις χαμηλότερες βαθμολογίες στις χώρες του ΟΟΣΑ. Αυτό είναι ένδειξη άμετρης απαισιοδοξίας, όχι χωρίς βάση εάν αναλογισθεί κανείς τι έχει συμβεί στη χώρα την τελευταία 10ετία. Από τα ψηλά της εφήμερης ευημερίας με δανεικά, οι Έλληνες βρέθηκαν ξαφνικά στα χαμηλά της συνεχούς εξοικονόμησης πόρων για την εξυπηρέτηση του χρέους. Από την άλλη μεριά, η Ελλάδα έχει το επίπεδο ποιότητας ζωής που, αν και σχετικά χαμηλό, διαθέτουν χώρες με υψηλότερες υλικές υποδομές απ’ ό,τι η Ελλάδα, όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία, το Ισραήλ, η Κορέα, και, οριακά, ακόμη και οι ΗΠΑ. Όπως συμβαίνει και με χώρες, όπως η Δανία και η Φινλανδία, που έχουν πολύ υψηλότερο επίπεδο ποιότητας ζωής απ’ ό,τι θα δικαιολογούσαν οι υλικές συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού. Χώρες πρωταθλήτριες, και στις υλικές ανέσεις και την ποιότητα της ζωής, είναι η Νορβηγία, η Σουηδία, ο Καναδάς και η Ελβετία. Σήμερα, βεβαίως, η ελληνική οικονομία ανακάμπτει σταδιακά, και η κοινωνία προσβλέπει σε καλύτερες μέρες, όπως καταγράφεται στον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Σε κάθε περίπτωση, ο μέσος Έλληνας (και σε παρένθεση ο μέσος πολίτης στις χώρες του ΟΟΣΑ) έχει €14,4 χιλ. το χρόνο καθαρό διαθέσιμο εισόδημα (€25,9 χιλ.) και ζει σε νοικοκυριό με περιουσιακά στοιχεία αξίας κοντά στα €125 χιλ. (€280 χιλ.). Στις ηλικίες 15-64 ετών, έχει πιθανότητα 53,5% να έχει δουλειά (67,7%), με ακαθάριστο εισόδημα λίγο πάνω από €21,3 χιλ. (€37,5 χιλ.). Το 2018, το 14% του εργατικού δυναμικού παρέμενε στην ανεργία για 1 χρόνο ή περισσότερο (1,7%). Το μέσο ελληνικό σπίτι διαθέτει 1,2 δωμάτια ανά άτομο (1,9), και το 99,5% των σπιτιών διαθέτει εσωτερική τουαλέτα (97,9%). Κατά μέσο όρο, το ελληνικό νοικοκυριό ξοδεύει το 1/4 του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματός του σε ενοίκιο και έξοδα συντήρησης του σπιτιού του (1/5), πέραν των πληρωμών εξυπηρέτησης τυχόν στεγαστικού δανείου. Στον τομέα της υγείας, τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα θα ζήσουν πάνω από 81 χρόνια (80,1) και 3 στους 4 ενήλικες δηλώνουν ότι είναι καλά και πολύ καλά στην υγεία τους (2,7 στους 4). Πάνω από 7 στους 10 έχουν τελειώσει τουλάχιστον δευτεροβάθμια εκπαίδευση (7,5 στους 10), αλλά το επίπεδο των βασικών τους γνώσεων υπολείπεται των άλλων Ευρωπαίων, ενώ το ίδιο συμβαίνει και στους 15ρηδες μαθητές στην κατανόηση κειμένου, καθώς και μαθηματικών και επιστημονικών εννοιών. Το 82% δηλώνει ότι μπορεί να βασίζεται στη βοήθεια συγγενών και φίλων σε μια δύσκολη στιγμή (89%). Στις εθνικές εκλογές ψηφίζουν οι 2 στους 3 (2,1 στους 3) και κάτι παραπάνω δηλώνει ότι επηρεάζει την κυβερνητική πολιτική που ασκείται, σε παγκόσμια αποκλειστικότητα μιας και σε άλλες χώρες το τελευταίο συμβαίνει σε πολύ μικρότερο βαθμό (1 στους 3)! Ο αέρας που αναπνέει, όσον αφορά την περιεκτικότητα του σε αιωρούμενα μικροσωματίδια (ΡΜ2,5), είναι κατά 75% χειρότερος (39%), με βάση το όριο των 10 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο που θέτει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Όσον αφορά, όμως, στην ποιότητα του νερού που πίνει, 7 στους 10 δηλώνουν ικανοποιημένοι (8 στους 10). Οι θάνατοι από εγκληματικές ενέργειες ανέρχονται σε 1 ανά 100.000 πληθυσμού (3,6 ανά 100.000), ενώ κοντά στους 2 στους 3 δηλώνουν ότι αισθάνονται ασφαλείς να περπατούν μόνοι τη νύχτα στην περιοχή που διαμένουν (2,1 στους 3). Η χώρα μας έχει το χαμηλότερο ποσοστό αλκοολισμού και αυτοκτονιών στις χώρες του ΟΟΣΑ, όχι μικρό επίτευγμα που φανερώνει τους ισχυρούς συνεκτικούς δεσμούς της ελληνικής οικογένειας και κοινωνίας. Η Ελλάδα, έχει λοιπόν επιδείξει αξιοσημείωτες αντοχές, και μπορεί σχετικά εύκολα να βγει από τη μιζέρια. Αρκεί οι Έλληνες να πιστέψουν στις δυνατότητές τους, και η χώρα να επιστρέψει σε ισχυρούς ρυθμούς επενδύσεων και ανάπτυξης, αυτή τη φορά χωρίς δανεικά, με βάση την εργατικότητα, την αποταμίευση και την αριστεία.
Πόσο καλά ζούμε;
Στην έκδοση του ΟΟΣΑ, How’s life? 2017, οι χώρες του ΟΟΣΑ αξιολογούνται με μια σειρά από ποσοτικούς δείκτες, που όλοι μαζί συνθέτουν την εικόνα της ευημερίας σε διαφορετικές χώρες. Το πόσο καλά ζουν οι πολίτες μιας χώρας είναι συνάρτηση των υλικών συνθηκών διαβίωσης και των χαρακτηριστικών ποιότητας ζωής. Οι υλικές συνθήκες περιλαμβάνουν το ύψος των εισοδημάτων και του πλούτου και τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά εργασίας και στην εξασφάλιση στέγασης. Η ποιότητα της ζωής αξιολογείται με βάση την ύπαρξη ισορροπίας μεταξύ εργασίας και σχόλης, το επίπεδο υγείας, εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης του πληθυσμού, το επίπεδο κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης μεταξύ ατόμων, την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, την ποιότητα του περιβάλλοντος, την προσωπική ασφάλεια και, τέλος, το υποκειμενικό επίπεδο ικανοποίησης από τη ζωή κατά δήλωση των ατόμων. Στην ανάλυση που ακολουθεί, όλα τα μεγέθη αναφέρονται κυρίως σε στοιχεία 2015-2016, και, συνεπώς, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή καθώς το ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας έχει αυξηθεί κατά 3,5 π.μ. περίπου έκτοτε και μέχρι το 2018. Ωστόσο, οι συγκρίσεις με μεγέθη άλλων χωρών του ΟΟΣΑ, μάλλον δεν επηρεάζονται από την έλλειψη πιο επικαιροποιημένων στοιχείων.
Υλικές Συνθήκες Διαβίωσης
Στον τομέα του εισοδήματος και της συσσώρευσης περιουσιακών στοιχείων, το καθαρό διαθέσιμο εισόδημα του μέσου Έλληνα διαμορφώνεται σε €14,4 χιλ. ή σε 56% του μέσου αντίστοιχου μεγέθους στις χώρες του ΟΟΣΑ, με μόνο την Ουγγαρία, τη Λετονία και το Μεξικό να εμφανίζουν χαμηλότερα μεγέθη. Επίσης, το κάθε ελληνικό νοικοκυριό διαθέτει περιουσιακά στοιχεία ύψους €125 χιλ. περίπου που είναι από τα χαμηλότερα επίπεδα πλούτου στις χώρες του ΟΟΣΑ, και αντιπροσωπεύει το 45% του μέσου επιπέδου.
Στον τομέα-κλειδί που είναι η απασχόληση και οι αμοιβές, η Ελλάδα έχει υποστεί τις αρνητικές επιδράσεις της μεγάλης κρίσης και ύφεσης στη δεκαετία που διανύουμε. Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο που έχει το δεύτερο χαμηλότερο (μετά την Τουρκία) ποσοστό απασχόλησης (52%) στον πληθυσμό ηλικίας 15-64 ετών, όταν ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι 67%, με χώρες όπως η Ελβετία στο 80%, και με τη Σουηδία και την Ολλανδία να ηγούνται της Ευρωπαϊκής Ένωσης με 76% και 75% αντιστοίχως. Επίσης, οι αμοιβές (μικτά) του μέσου Έλληνα με πλήρη απασχόληση ανέρχονται σε €21,3 χιλ. όταν ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι €37,5 χιλ., αν και υπάρχουν 6 χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση (περιλαμβανομένης της Πορτογαλίας) με χαμηλότερες μέσες αποδοχές. Ένας άλλος δείκτης που αντανακλά τις συνθήκες λειτουργίας της αγοράς εργασίας είναι το ποσοστό απώλειας εισοδήματος, δεδομένης της λειτουργίας του κοινωνικού κράτους προστασίας, σε περίπτωση που κάποιος έχει χάσει τη δουλειά του. Στην Ελλάδα, όπως και στην Ισπανία, το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 17,5% περίπου των αμοιβών του εργαζομένου στην τελευταία του δουλειά πριν βγει στην ανεργία, όταν η σχετική απώλεια εισοδήματος στη μέση χώρα του ΟΟΣΑ είναι κοντά στο 5%, με την Τουρκία στο 13%. Επίσης, το 58,6% των εργαζομένων στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι απασχολούνται σε δουλειές όπου η εκτέλεση των καθηκόντων τους δεν υποστηρίζεται από ανάλογους πόρους, με αποτέλεσμα να υποφέρουν από έντονο εργασιακό άγχος, όταν ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 37%. Τέλος, οι Έλληνες δουλεύουν σε ένα περιβάλλον όπου η ανεργία διατηρείται για πολλά χρόνια σε ασυνήθιστο υψηλό επίπεδο, με αποτέλεσμα οι μακροχρόνια άνεργοι (άνω του 1 έτους) να αντιστοιχούν στο 17% του εργατικού δυναμικού, όταν ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι μόλις 2%, με την Ισπανία στο 9,5%, την Ιταλία στο 6,8% και την Πορτογαλία στο 6,1%.
Στον τομέα της στέγασης, σε κάθε Έλληνα αντιστοιχούν 1,2 δωμάτια (υπνοδωμάτιο, τραπεζαρία, καθιστικό), όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 1,8 δωμάτια (όσο και στη Γερμανία), στις αγγλοσαξωνικές χώρες (ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Καναδάς) κοντά στα 2,5 δωμάτια, και σε ορισμένες μόνο χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ το μέγεθος είναι μικρότερο (κοντά στο 1 δωμάτιο) απ’ ό,τι στην Ελλάδα. Επίσης, στην Ελλάδα τα νοικοκυριά υπολογίζεται ότι ξοδεύουν το 1/4 περίπου (23,7%) του διαθέσιμου εισοδήματός τους, μαζί με την Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Εσθονία και τη Λετονία, για στέγαση (ενοίκιο, συντήρηση, αλλά όχι δόσεις στεγαστικού δανείου), όταν στη μέση χώρα του ΟΟΣΑ το αντίστοιχο μέγεθος διαμορφώνεται σε 19%. Τέλος, σχεδόν όλα τα σπίτια στην Ελλάδα (99,5%) έχουν τουαλέτα μέσα στο σπίτι (μ.ό. ΟΟΣΑ 97,9%), με τα ποσοστά να μειώνονται στο Μεξικό (95,8%) και στη Χιλή (91,6%), αλλά και στην Τουρκία (93,5%).
Χαρακτηριστικά Ποιότητας Ζωής
Όσον αφορά στην ισορροπία εργασίας-σχόλης, οι Έλληνες που δουλεύουν πάνω από 50 ώρες τη βδομάδα ανέρχονται σε 7,3% των απασχολούμενων, με το γεγονός ότι στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί αυτοαπασχολούμενοι να επιβαρύνει την κατάσταση. Ο μέσος όρος στον ΟΟΣΑ, πάντως, είναι 12,6%, με την Τουρκία στο 33,8% και το Μεξικό στο 29,5%, και στις αγγλοσαξωνικές χώρες (ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Αυστραλία) να είναι κοντά στο μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Στις ευρωπαϊκές χώρες, με την εξαίρεση της Γαλλίας (7,8%) και της Πορτογαλίας ( 8,2%), όλες οι άλλες χώρες έχουν ποσοστά μικρότερα της Ελλάδας. Επίσης, υπολογίζεται (με στοιχεία 2010) ότι οι άνθρωποι που δουλεύουν σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης αφιερώνουν (στη μέση χώρα του ΟΟΣΑ) 15 ώρες ημερησίως στην ξεκούραση και σε προσωπικές δραστηριότητες, με όλες τις χώρες να κυμαίνονται πολύ κοντά στο μέσο όρο (για βιολογικούς, κυρίως, λόγους), αν και η Γαλλία αναδεικνύεται πρωταθλήτρια στη σχόλη με 16,4 ώρες ημερησίως, με την Ισπανία να ακολουθεί με 15,9 ώρες ημερησίως. Για την Ελλάδα δεν υπάρχουν σχετικά στοιχεία.
Μεγάλη συμβολή στην ποιότητα ζωής έχει, βεβαίως, και η υγεία. Έτσι, χρησιμοποιώντας τον δείκτη του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση, τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα στην Ελλάδα αναμένεται να ζήσουν για 81,1 χρόνια, με το μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ να διαμορφώνεται σε 80,1 χρόνια. Πρωταθλήτρια χώρα αναδεικνύεται η Ιαπωνία (83,9 χρόνια), και στην Ευρωπαϊκή Ένωση η Ισπανία (83 χρόνια). Χώρες με τις χαμηλότερες επιδόσεις είναι η Λετονία (74,6 χρόνια), η Ουγγαρία (75,7 χρόνια) και το Μεξικό (75 χρόνια), με την Τουρκία στα 78 χρόνια. Επίσης, στη βάση απαντήσεων σε ερωτηματολόγιο, οι Έλληνες ενήλικες που δηλώνουν ότι έχουν «καλή» και «πολύ καλή» υγεία, ανέρχονται στα 3/4 του πληθυσμού (74,4%), ποσοστό που υπερβαίνει το μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ (68,7%), με το ποσοστό να είναι στο 88% περίπου στις ΗΠΑ και τον Καναδά, σε αναλογία, ως επί το πλείστον, με το ποσοστό γήρανσης του πληθυσμού. Οι άνω των 65 ετών στην Ελλάδα είναι 20,6% του πληθυσμού, όταν στις ΗΠΑ και Καναδά είναι 15,8% και 17,4% αντιστοίχως. Μια από τις πιο σημαντικές παραμέτρους που καθορίζουν την ποιότητα ζωής σε μια κοινωνία είναι το εκπαιδευτικό σύστημα, που εφοδιάζει τον πληθυσμό με γνώσεις και επαγγελματικές δεξιότητες, ώστε να μπορεί να απασχοληθεί, δημιουργώντας εισοδήματα και συμβάλλοντας δημιουργικά στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας. Έτσι, με βάση το ποσοστό του πληθυσμού 15 έως 64 ετών που έχει τελειώσει τουλάχιστον δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η Ελλάδα με ποσοστό 71,7% υστερεί του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ που διαμορφώνεται σε 74,5%, αλλά και όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (με την εξαίρεση της Ισπανίας με 58% και της Πορτογαλίας με 47%). Υπάρχουν, επίσης, ευρωπαϊκές χώρες από το πρώην Ανατολικό Μπλοκ με ποσοστά που υπερβαίνουν το 90%, που είναι και το ποσοστό στις ΗΠΑ και τον Καναδά. Το ποσοστό, τέλος, στην Τουρκία είναι μόλις 38,5%. Κρίνοντας, επίσης, τις βασικές γραμματικές και αριθμητικές δεξιότητες (με στοιχεία 2012) του ενήλικου πληθυσμού 15 έως 65 ετών, η βαθμολογία της Ελλάδας ανέρχεται σε 253 μονάδες, όταν ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ ανέρχεται σε 263 μονάδες, με την Ιαπωνία και τη Φινλανδία να συγκεντρώνουν 292 και 285 μονάδες αντιστοίχως. Οι περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπερέχουν κατά πολύ της Ελλάδος, με την αξιομνημόνευτη εξαίρεση των χωρών της Νότιας Ευρώπης, με την Ιταλία και την Ισπανία, ειδικότερα, στις 249 μονάδες. Τέλος, όσον αφορά στις νεότερες γενιές, εξετάζονται οι βαθμολογίες 15ρηδων μαθητών σε δοκιμασίες κατανόησης κειμένου, μαθηματικών και επιστημονικών εννοιών. Η Ελλάδα με βαθμολογία 458 μονάδων βρίσκεται στην τελευταία θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και υπολείπεται του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ (486 μονάδες), με την Ιαπωνία, την Φινλανδία, την Εσθονία και τον Καναδά να έχουν πάνω από 520 μονάδες, και την Τουρκία στις 425 μονάδες. Η βαθμολογία, τέλος, των ΗΠΑ (488 μονάδες) δεν διαφέρει ουσιαστικά από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ.
Η συνοχή της κοινωνίας σε διαπροσωπικό επίπεδο είναι, επίσης, μια πτυχή της ποιότητας μιας κοινωνίας καθώς αναδεικνύει το ανθρώπινο πρόσωπό της. Έτσι, το ποσοστό των ανθρώπων που δηλώνουν ότι μπορούν να βασίζονται σε συγγενείς και φίλους σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, στην Ελλάδα ανέρχεται σε 82,3%, επηρεαζόμενο και από την παρατεταμένη κρίση και ύφεση, με το μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ σε 88,6%, και με μικρότερο ποσοστό από την Ελλάδα να απαντάται μόνο στο Μεξικό (80,1%) και την Λετονία (75,9%). Αναφορικά με την συμμετοχή στα κοινά, η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια χώρα, με το 70,9% (έναντι 32,8% στις χώρες του ΟΟΣΑ) του πληθυσμού 16 έως 65 ετών να δηλώνει ότι έχει λόγο στις αποφάσεις που λαμβάνει η κυβέρνηση! Το αποτέλεσμα καταγράφεται το 2012, όταν η χώρα μας βρισκόταν στην δίνη του α’ Μνημονίου και της αναδιάρθρωσης του δημοσίου χρέους, όταν η εθνική κυριαρχία βρισκόταν μάλλον στο χαμηλότερο σημείο της! Έρχεται, δε, σε πλήρη αντιδιαστολή με το ποσοστό συμμετοχής στις εθνικές εκλογές, που στην Ελλάδα διαμορφώνεται σε 64% (εκλογές 2015), έναντι 68,6% του μέσου όρου στις χώρες του ΟΟΣΑ, με τις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καταγράφουν πολύ μικρότερα ποσοστά αποχής από τις εκλογές απ’ ότι η Ελλάδα!
Προχωρώντας στον τομέα του περιβάλλοντος, το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που δηλώνει ικανοποιημένο με την ποιότητα του νερού ανέρχεται σε 69,3%, έναντι 80,8% στις χώρες του ΟΟΣΑ, που είναι το χαμηλότερο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν και υψηλότερο από την Τουρκία (63%). Όσον αφορά στην ποιότητα του αέρα, μετρήσεις (2013) της μόλυνσης της ατμόσφαιρας στη βάση των αιωρούμενων σωματιδίων (ΡΜ2,5), σε μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο, στην Ελλάδα καταγράφονται 17,5 μονάδες, με μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ τις 13,9 μονάδες. Για λόγους συγκρισιμότητας, σημειώνεται ότι η αντίστοιχη μέτρηση στις ΗΠΑ είναι 10,1 μονάδες, στο Ηνωμένο Βασίλειο 11,3 μονάδες και στη Γερμανία 14 μονάδες. Χώρες με πολύ καθαρή ατμόσφαιρα είναι η Ισλανδία, η Φινλανδία, η Ιρλανδία, η Νορβηγία, η Νέα Ζηλανδία και ο Καναδάς.
Στον τομέα της προσωπικής ασφάλειας, εξετάζονται δύο δείκτες: ο αριθμός των θανάτων από δολοφονική επίθεση, διορθωμένος για την ηλικιακή διάρθρωση, ανά 100.000 άτομα πληθυσμού, και το ποσοστό των ατόμων που δηλώνουν ότι αισθάνονται ασφαλείς να περπατούν μόνοι τη νύχτα στην περιοχή που ζουν. Όσον αφορά στον πρώτο δείκτη, στην Ελλάδα καταγράφονται 1 θάνατος ανά 100.000 πληθυσμού, έναντι 3,6 θάνατοι κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ, με τις ΗΠΑ να καταγράφουν 4,9 θανάτους, τη Ρωσία 11,3 θανάτους, και το Μεξικό 17,9 θανάτους! Σημειώνεται ότι στη Γερμανία καταγράφονται 0,4 θάνατοι και στη Γαλλία 0,6 θάνατοι, ενώ παρόμοια είναι τα μεγέθη και στην Ιταλία, Ισπανία, και Πορτογαλία. Όσον αφορά στο δεύτερο δείκτη προσωπικής ασφάλειας, μόνο το 61,8% του ελληνικού πληθυσμού δηλώνει ότι αισθάνεται ασφάλεια τη νύχτα στους δρόμους, έναντι 68,6% κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ. Το ποσοστό της Ελλάδας είναι από τα χαμηλότερα στις χώρες του ΟΟΣΑ, με μόνο την Ιταλία να καταγράφει ακόμη χαμηλότερο ποσοστό (58,3%), ενώ το Μεξικό έχει το πιο χαμηλό ποσοστό (45,9%) στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Την ανάλυση συμπληρώνει η απάντηση σε ερωτηματολόγιο κατά πόσον οι ερωτώμενοι είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους, με το 10 να σημαίνει απόλυτα ικανοποιημένοι και το 0 καθόλου ικανοποιημένοι. Οι απαντήσεις στην Ελλάδα έχουν μέσο όρο 6,2 όταν ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι 7,3. Πρωταθλήτριες χώρες αναδεικνύονται ο Καναδάς (8,1), με τη Φιλανδία και τη Σουηδία (αλλά και το Μεξικό!) να ακολουθούν με μέσο όρο 8.
info
Διαβάστε εδώ το Δελτίο για την Ελληνική οικονομία
Δείτε εδώ το infographic.