Washington Post: ακόμα τέσσερις δεκαετίες λιτότητας στην Ελλάδα

Economist: η κρίση έχει προκαλέσει ζημιά που έχει διάρκεια

 
Μετά από οκτώ χρόνια προγραμμάτων διάσωσης, δυσχερειών και άλλων προγραμμάτων διάσωσης, η ελληνική οικονομία είναι έτοιμη να σταθεί ξανά στα πόδια της. Ή τουλάχιστον ότι έχει απομείνει από αυτήν. Αυτό αναφέρει σε άρθρο της η Washington Post, η οποία χαρακτηρίζει την Ελλάδα ως μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές αποτυχίες, παραλληλίζοντας την κατάσταση με αυτή που θα συναντούσαμε μετά από έναν πόλεμο ή μια επανάσταση.

Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα, μόνο τέσσερις χώρες είχαν λιγότερη ανάπτυξη από ότι η Ελλάδα την τελευταία δεκαετία: Η Λιβύη, η Υεμένη, η Βενεζουέλα και η Ισημερινή Γουινέα, ενώ όπως αναφέρει η WP, το ΔΝΤ δεν διαθέτει στοιχεία για τη Συρία, η οποία πιθανότατα να ανήκε σε αυτή τη λίστα.

Οι δύο πρώτες χώρες στο μεγαλύτερο διάστημα αυτής της δεκαετίας ρημάχτηκαν από εμφύλιο πόλεμο, ενώ η Βενεζουέλα και η Ισημερινή Γουινέα είναι δύο “πετρελαιοδικτατορίες”, βουτηγμένες στη διαφθορά.

Ακόμα και η Ουκρανία, της οποίας η οικονομία χτυπήθηκε πολύ σκληρά το 2009 και το 2014 ενεπλάκη σε μια πολεμική σύγκρουση δι’ αντιπροσώπων με τη Ρωσία, τα πήγε καλύτερα από την Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα στην εν λόγω χρονική περίοδο η ουκρανική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 17,8%, ενώ η ελληνική κατά 23,6%.

Η Washington Post αναφέρει ότι με βάση την τελευταία συμφωνία για την έξοδο από το πρόγραμμα η Ελλάδα υποτίθεται ότι θα πρέπει να έχει πρωτογενή πλεονάσματα ύψους τουλάχιστον 2,2% του ΑΕΠ μέχρι το 2060. “Και ναι αυτό σημαίνει ακόμα τέσσερις δεκαετίες λιτότητας. Οπότε δεν είναι περίεργο ότι η ελληνική οικονομία δεν θα μπορέσει να επιστρέψει στα επίπεδα του 2008 μέχρι το 2030”.

“Αυτό η Ευρώπη το θεωρεί επιτυχία: μια οικονομία που έχει συρρικνωθεί τόσο ώστε να μοιάζει ότι έχει περάσει από πόλεμο”, αναφέρει το άρθρο στον επίλογο του.

 
Economist: η κρίση έχει προκαλέσει ζημιά που έχει διάρκεια
Μπορεί η Ελλάδα να βγαίνει από τα μνημόνια, έχει όμως ακόμη μαραθώνιο μπροστά της, αναφέρει ο Economist σε νέο του άρθρο για την Ελλάδα.

Όπως τονίζει χαρακτηριστικά, η οικονομία αναπτύσσεται ξανά, αλλά η κρίση έχει προκαλέσει ζημιά που έχει διάρκεια.

Στις 20 Αυγούστου η Ελλάδα ολοκληρώνει το τρίτο πακέτο διάσωσης. Αλλά τα δημόσια οικονομικά και η οικονομία της έχουν ακόμη μεγάλη απόσταση να διανύσουν προτού επιστρέψουν στην κανονικότητα.

Οι δημόσιες δαπάνες είναι ακόμη σοβαρά περιορισμένες. Η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί για εξαιρετικά φιλόδοξους στόχους: πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2022, κάτι που μόνο λίγες πετρελαιοπαραγωγές χώρες έχουν καταφέρει τα τελευταία 30 χρόνια, και μετά πλεονάσματα 2,2% μέχρι το 2060.

Για τα πρώτα χρόνια, οι πιστωτές θα παρακολουθούν την πρόοδο κάθε τρίμηνο, αναφέρει το δημοσίευμα.

Ωστόσο επισημαίνει ότι το χρέος της Ελλάδας που βρίσκεται στο 180% του ΑΕΠ, σημαίνει ότι η πίστη των πιστωτών στα δημοσιονομικά, εξαρτάται και από το εάν θα επιτευχθούν οι στόχοι, εάν θα επιβραδυνθεί η ανάπτυξη ή εάν θα σημειωθεί απότομη αύξηση των επιτοκίων.

Όπως επισημαίνει η Μιράντα Ξαφά, του Centre for International Governance Innovation, οι φορολογικοί συντελεστές σήμερα στην Ελλάδα είναι υψηλότεροι από ό,τι στο μεγαλύτερο μέρος της ΕΕ, και αυτό μπορεί να “πνίγει” την ανάπτυξη.

Αναφέρει ωστόσο ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ανάπτυξη είναι ότι είναι δύσκολο να κάνει κανείς business στην Ελλάδα. Αναφέρει ως παράδειγμα την ιδιωτικοποίηση του Ελληνικού, υπογραμμίζοντας ότι η μίσθωση για τη γη τέθηκε σε διαγωνισμό το 2011, αλλά ο αγοραστής ακόμη δεν έχει καταφέρει να προχωρήσει την επένδυση λόγω διαφωνιών και ερευνών από περιβαλλοντικές οργανώσεις.

Σχετικά Άρθρα