
Οι κυριότερες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν η ελληνική και η παγκόσμια οικονομία το 2023
Οι πιο κρίσιμοι παράγοντες που θα επηρεάσουν την ελληνική οικονομία το 2023 είναι η διεθνής ενεργειακή κρίση και ο υψηλός πληθωρισμός, ως αποτέλεσμα αυτής, καθώς και οι τάσεις επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας.
Η πτώση της αγοραστικής δύναμης τόσο των Ελλήνων, όσο και των Ευρωπαίων πολιτών, οι οποίοι αποτελούν περί του 80% των ταξιδιωτικών αφίξεων στην Ελλάδα, θα επιβραδύνει σημαντικά την ιδιωτική κατανάλωση και τις εξαγωγές υπηρεσιών στη χώρα μας. Την επόμενη χρονιά, ωστόσο, ο βασικός μοχλός της οικονομικής μεγέθυνσης αναμένεται να είναι οι επενδύσεις.
Σημαντικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση θα διαδραματίσουν η απορρόφηση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), η εκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) αλλά και η εισροή Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ), οι οποίες στο πρώτο εξάμηνο του 2022 σημείωσαν ιστορικά υψηλή επίδοση. Στο τέλος του χρονικού ορίζοντα του ΤΑΑ, δηλαδή μέχρι το 2026 και λαμβάνοντας υπόψη το συνολικό ύψος και τη φύση των επενδύσεων που εκτιμάται ότι θα υλοποιηθούν, αναμένεται να είναι ορατή η αλλαγή του μοντέλου οικονομικής μεγέθυνσης της Ελλάδας, με έμφαση στις επενδύσεις και ένα πιο ανθεκτικό και πολύπλευρο παραγωγικό ιστό.
Οι κυριότερες προκλήσεις που εκτιμάται ότι θα αντιμετωπίσουν η ελληνική και η παγκόσμια οικονομία, το 2023, έχουν ως ακολούθως:
Εξωτερική ζήτηση και τουριστικά έσοδα, σε συνάρτηση με την πορεία της Παγκόσμιας Οικονομίας και της Αγοραστικής δύναμης των ευρωπαϊκών νοικοκυριών: Οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας έχουν επιδεινωθεί σημαντικά σε σύγκριση με τις προγενέστερες εκτιμήσεις. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ, World Economic Outlook, November 2022), το παγκόσμιο ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,2% το 2023, έναντι 2,8% που ήταν η πρόβλεψη του ίδιου οργανισμού τον Ιούνιο . Αντίστοιχα, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί σε 0,6% στην Γαλλία (από 1,4%), σε 0,2% στην Ιταλία (από 1,2%), ενώ η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο εκτιμάται ότι θα εισέλθουν σε ύφεση (-0,3% και -0,4%, αντίστοιχα). Το αυξημένο κόστος παραγωγής, εξαιτίας κυρίως των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα και των ενεργειακών ανατιμήσεων, έχει επιβαρύνει τα οικονομικά των επιχειρήσεων και η αναπόφευκτη μετακύλισή του στους καταναλωτές έχει περιορίσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Η τελευταία αποδυναμώνεται, επίσης, από το γεγονός ότι η αύξηση στους μισθούς ήταν μικρότερη σε σύγκριση με τον πληθωρισμό. Τούτο αποτυπώνεται στην πορεία του Δείκτη Κόστους Εργασίας (Labour Cost Index), ο οποίος σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-27) αυξήθηκε το πρώτο εννεάμηνο κατά 4,1%, ενώ ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) σημείωσε, στο ίδιο χρονικό διάστημα, άνοδο κατά 8,6%. Ως εκ τούτου, ένας σημαντικός κίνδυνος για την ελληνική οικονομία, το επόμενο έτος, είναι η ενδεχόμενη εξασθένιση της εξωτερικής ζήτησης πρωτίστως για υπηρεσίες, δηλαδή για το ελληνικό τουριστικό προϊόν και δευτερευόντως για αγαθά.
Γεωπολιτικές εξελίξεις και πληθωριστικές πιέσεις: Η συνέχιση και η έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία αναμφίβολα μπορούν να επηρεάσουν την παγκόσμια οικονομία, αλλά κυρίως την Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού η σύγκρουση σε εδάφη της ευρωπαϊκής ηπείρου, καθώς και η ενεργειακή εξάρτηση από την Ρωσία έχουν οδηγήσει στην κατακόρυφη αύξηση των τιμών της ενέργειας. Παράλληλα, ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας έχει θέσει σε κίνδυνο σημαντικό μερίδιο των παγκόσμιων εξαγωγών τροφίμων και έχει συμβάλει στην έντονη αύξηση των παγκόσμιων τιμών των τροφίμων. Αυτό έχει καταστήσει τις υπό ανάπτυξη -εξαρτώμενες από τις εισαγωγές τροφίμων- οικονομίες, πιο ευάλωτες, με δυνητικά σοβαρές ανθρωπιστικές συνέπειες.
Από το καλοκαίρι του τρέχοντος έτους και μετά, ωστόσο, παρατηρείται μια αποκλιμάκωση των τιμών τόσο του φυσικού αερίου, όσο και του πετρελαίου (κατά 59% και 13%, αντίστοιχα), καθώς μια σειρά παραγόντων συνέβαλε σε αυτό, όπως: (i) το υψηλό ποσοστό πλήρωσης των αποταμιευτήρων φυσικού αερίου στην Ευρώπη, (ii) οι αναληφθείσες πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο για μείωση της κατανάλωσης, με τη χρήση φυσικού αερίου να έχει ήδη μειωθεί κατά 20,1% σε ετήσια βάση, στο διάστημα Αυγούστου-Νοεμβρίου, έναντι στόχου -15% μέχρι τον Μάρτιο του 2023, (iii) η θέσπιση ενός νέου μηχανισμού διόρθωσης της αγοράς, ο οποίος θα περιορίσει τα επεισόδια εξαιρετικά υψηλών τιμών φυσικού αερίου στην ΕΕ και (iv) η αναζήτηση εναλλακτικών πηγών τροφοδότησης ενέργειας (π.χ. για την Ελλάδα η χρήση του λιγνίτη στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας) και η απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με τις επιδράσεις βάσης (base effects) που ήδη παρατηρούνται στις τιμές της ενέργειας, οδήγησαν σε αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στην Ελλάδα (ΕνΔΤΚ: 8,8% τον Νοέμβριο έναντι μέσου όρου 9,5% το πρώτο δεκάμηνο του έτους, με τον ΕνΔΤΚ-Ενέργεια να έχει αυξηθεί κατά 11,7% τον ίδιο μήνα, όταν ο μέσος όρος από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Οκτώβριο διαμορφώθηκε σε 49,1%). Η μετακύλιση, ωστόσο, του ενεργειακού κόστους σε άλλες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών (ΕνΔΤΚ εξαιρουμένων προϊόντων ενέργειας, τροφίμων, ποτών και καπνού: 6,8% τον Νοέμβριο, έναντι 4,2% το δεκάμηνο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου) αναμένεται να διατηρήσει τον πληθωρισμό γύρω στο 5% το 2023. Αντίστοιχα, στην Ευρωζώνη, ο πληθωρισμός θα διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα, με εμφανή σημάδια αποκλιμάκωσης το επόμενο έτος (6,3%, ECB Macroeconomic Projections, December 2022), ενώ αναμένεται το 2025 να επιστρέψει περίπου στο 2%.
Αλλαγή στο μίγμα οικονομικής μεγέθυνσης στην Ελλάδα – η σημασία του ΤΑΑ και των ΑΞΕ: Η ιδιωτική κατανάλωση, οι εξαγωγές και οι επενδύσεις αποτέλεσαν τους βασικούς πυλώνες της οικονομικής μεγέθυνσης το 2022. Οι πληθωριστικές πιέσεις -αν και εκτιμάται ότι θα υποχωρήσουν το 2023- και η γεωπολιτική αβεβαιότητα, όπως προαναφέρθηκε, αναμένεται να εξασθενήσουν την ιδιωτική κατανάλωση και τις εξαγωγές υπηρεσιών. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Προϋπολογισμού 2023, οι πραγματικές εξαγωγές αγαθών θα συνεχίσουν να αυξάνονται με ρυθμό άνω του 2%, παρά την επιβράδυνση της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας οικονομίας, ενώ οι επενδύσεις καθίστανται ο βασικός καταλύτης της ανάπτυξης το 2023 .
Οι κύριοι μοχλοί των επενδύσεων αναμένεται να είναι οι πόροι από το ΠΔΕ και το ΤΑΑ, το συνολικό ύψος των οποίων το 2023 εκτιμάται σε Ευρώ 15,3 δισ. Η σημασία της ταχύτητας απορρόφησης των πόρων του ΤΑΑ, επομένως, είναι κρίσιμη για την περαιτέρω βελτίωση του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα και την προσέλκυση επενδύσεων. Η εμπροσθοβαρής απορρόφηση και διάχυση των ευρωπαϊκών κονδυλίων στην ελληνική οικονομία -δεδομένου ότι η χώρα μας έχει ήδη εισπράξει το 25% των συνολικών κεφαλαίων του ΤΑΑ- αναμένεται να κινητοποιήσει πρόσθετους ιδιωτικούς επενδυτικούς πόρους, δημιουργώντας, παράλληλα, προσδοκίες για νέο ρεκόρ Άμεσων Ξένων Επενδύσεων στη χώρα μας. Σημειώνεται ότι οι ΑΞΕ, το πρώτο εξάμηνο του 2022, ξεπέρασαν το 80% των εισροών του 2021, έτος με το μεγαλύτερο ύψος ΑΞΕ της τελευταίας εικοσαετίας. Παράλληλα, η βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα, σε συνδυασμό με την ικανότητα του τελευταίου να επιτύχει την αποτελεσματική κατανομή των κεφαλαίων του ΤΑΑ, αναμένεται να στηρίξουν τη μελλοντική πιστωτική επέκταση προς την κατεύθυνση της χρηματοδότησης επενδυτικών σχεδίων, που με τη σειρά της θα καταστήσει την οικονομική μεγέθυνση βιώσιμη, στον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Ανθεκτικότητα στην κρίση και δημοσιονομική σταθερότητα – τα κλειδιά για την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας: Το 2023 θα είναι το πρώτο έτος μετά το 2010 που η Ελλάδα θα βρεθεί εκτός της στενής δημοσιονομικής επιτήρησης, καθώς η χώρα μας έχει εξέλθει από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, ενώ διατηρείται η ενεργοποίηση της ρήτρας γενικής διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Παρά τη μεγαλύτερη δημοσιονομική ευελιξία, η επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα, αρχής γενομένης από το νέο έτος, θα ενισχύσει περαιτέρω την αξιοπιστία της χώρας, ενώ σε συνδυασμό με την ταχεία αποκλιμάκωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του χρέους, ενισχύοντας τις μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας και καθιστώντας την ελκυστικότερο επενδυτικό προορισμό. Επιπρόσθετα, η ανοδική φάση του κύκλου των επιτοκίων καθιστά τη θέση της Ελλάδας ευνοϊκή, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού δημόσιου χρέους συνδέεται με σταθερά και σχετικά χαμηλά επιτόκια, με μεγάλη μέση διάρκεια. Ως εκ τούτου, ο στόχος ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023 κρίνεται εφικτός.
Ο ρόλος της Νομισματικής Πολιτικής και η άνοδος των Βασικών Επιτοκίων: Η νομισματική πολιτική θα αποτελέσει το εργαλείο για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, όμως θα οδηγήσει σε επιβράδυνση την οικονομική δραστηριότητα. Μια σειρά από παράγοντες, όπως η ενδεχόμενη διατήρηση της αβεβαιότητας, οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό και η εξέλιξη του ποσοστού της ανεργίας και του κόστους της εργασίας, θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στις μελλοντικές αποφάσεις των αρμόδιων νομισματικών αρχών για τη συχνότητα των μελλοντικών αυξήσεων των επιτοκίων και για το τελικό ύψος τους.
Ο υψηλός πληθωρισμός έχει ήδη οδηγήσει σε αυξήσεις επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες, μεταξύ των οποίων την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με σκοπό τη συγκράτηση του πληθωρισμού, αυξάνοντας, ωστόσο, το κόστος δανεισμού για κράτη, νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, τα υψηλότερα επιτόκια συνεπάγονται υψηλότερο κόστος αποπληρωμής του χρέους τους. Εκτός από το σημαντικό ύψος δημοσιονομικών παρεμβάσεων που υλοποίησε η ελληνική κυβέρνηση το 2022 και έχει προϋπολογίσει για το επόμενο έτος, με σκοπό την προστασία των εισοδημάτων και της αγοραστικής δύναμης των πολιτών, έναντι των αυξανόμενων τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, είναι σημαντική και η συνδρομή του ελληνικού τραπεζικού συστήματος προς την κατεύθυνση αυτή. Το πρόγραμμα επιδότησης των δόσεων στεγαστικών δανείων πρώτης κατοικίας αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή στο άμεσο χρονικό διάστημα και αφορά περίπου 30.000 ευάλωτα νοικοκυριά.
Πολιτική Σταθερότητα σε διεθνή κλίμακα: Το επόμενο έτος μπορεί να αποδειχθεί μια σταθερή περίοδος στην παγκόσμια πολιτική. Αν δεν υπάρξουν πρόωρες εκλογές, το 2023 θα είναι η πρώτη χρονιά του 21ου αιώνα χωρίς γενικές, ή προεδρικές εκλογές στις χώρες που απαρτίζουν την ομάδα των επτά (G7). Το γεγονός αυτό θα δώσει τη δυνατότητα στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να αφιερώσουν (συγκριτικά) περισσότερο χρόνο στην αντιμετώπιση των τρεχουσών προκλήσεων. Τέλος, σε ό,τι αφορά στις προκλήσεις σε παγκόσμια κλίμακα μεσοπρόθεσμα, η πολιτική μηδενικής ανοχής στην COVID-19 που ακολούθησε η Κίνα, έχει ανατρέψει την καθημερινή ζωή των πολιτών, με σημαντικές απώλειες για την οικονομία αλλά και αξιοσημείωτες καθυστερήσεις στην παραγωγική διαδικασία και την εφοδιαστική αλυσίδα. Εδώ θα πρέπει να προστεθεί η διατήρηση από την πλευρά των ΗΠΑ μέρους των δασμών, κυρίως προς την Κίνα, που είχαν επιβληθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση. Το τελευταίο διατηρεί την ένταση στον εμπορικό ανταγωνισμό, ενώ εγκυμονεί κινδύνους στις σινοευρωπαϊκές σχέσεις και κατ’ επέκταση στην ευρωπαϊκή οικονομία, λόγω των μεγάλων εμπορικών συναλλαγών.
Καθοριστικός ο ρόλος της Νομισματικής Πολιτικής το 2023
Σύμφωνα με διεθνείς εκτιμήσεις, η παγκόσμια οικονομία κινείται προς στασιμοπληθωρισμό
Οι γεωπολιτικές εξελίξεις, οι ενεργειακές ανατιμήσεις και τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν σε επιβράδυνση την ευρωπαϊκή οικονομία
Ο πληθωρισμός μειώνεται σταδιακά στη ΖτΕ, αλλά θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα το επόμενο έτος
Οι Κεντρικές Τράπεζες αναμένεται να συνεχίσουν τις αυξήσεις των επιτοκίων
Οι εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία
ΗΠΑ Το 2022, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) αύξησε τα επιτόκιά της κατά 425 μονάδες βάσης (μ.β.), πραγματοποιώντας επτά αυξήσεις επιτοκίων, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων συνεχόμενων αυξήσεων κατά 75 μ.β. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Bloomberg Economics, στην οποία συμμετείχαν 66 οικονομολόγοι, ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας των ΗΠΑ αναθεωρήθηκε επί τα χείρω στο 1,9% το 2022 και αναμένεται να επιβραδυνθεί, το επόμενο έτος, στο 0,3%. Ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα και το επόμενο έτος, με σημαντικά σημάδια αποκλιμάκωσης από το 8,0% το 2022, στο 4,0% το 2023. Επιπροσθέτως, όπως ήδη έχει καταστήσει σαφές η Fed, είναι πιθανή η πολιτική αύξησης των επιτοκίων να συνεχιστεί, αφού η αγορά εργασίας παρουσιάζει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα.
ΖτΕ Στην τελευταία συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT), η Πρόεδρος Christine Lagarde άφησε ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα για τις μελλοντικές αυξήσεις των επιτοκίων αλλά και για το τελικό ύψος των επιτοκίων. Επίσης, ανέφερε ότι ο πληθωρισμός ενδέχεται να μην έχει κορυφωθεί και ότι η αύξηση των επιτοκίων αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο για την τιθάτευση του πληθωρισμού. Προς την ίδια κατεύθυνση, ο κεντρικός τραπεζίτης της Ολλανδίας ανέφερε ότι η ΕΚΤ βρίσκεται στα μισά του κύκλου σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής και προανήγγειλε την αύξηση και διατήρηση των υψηλών επιτοκίων, τουλάχιστον για το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους, τονίζοντας χαρακτηριστικά «ότι ο κίνδυνος να κάνουμε πολύ λίγα είναι ακόμα ο μεγαλύτερος κίνδυνος».
Διεθνής Οικονομία Η Κίνα αναμένεται, από τις αρχές του επόμενου έτους, να χαλαρώσει απότομα τα περιοριστικά μέτρα έναντι του κορωνοϊού και να εγκαταλείψει την πολιτική της μηδενικής ανοχής που οδήγησε σε επιβράδυνση την οικονομία της. Από την άλλη πλευρά, η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου συρρικνώθηκε, το τρίτο τρίμηνο, κατά 0,3% σε τριμηνιαία βάση, ενώ συνεχίζει να αποτελεί τη μόνη οικονομία από τις μεγάλες δυνάμεις (G7) που δεν έχει ξεπεράσει τα προπανδημικά της επίπεδα, σε όρους ΑΕΠ.
Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες και οι αγορές ομολόγων
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου του Σικάγου, οι συνολικές καθαρές τοποθετήσεις (αγορές μείον πωλήσεις), στην ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο, διατηρήθηκαν θετικές, την εβδομάδα που έληξε στις 20 Δεκεμβρίου. Οι θετικές θέσεις (υπέρ του ευρώ, ‟long”) αυξήθηκαν κατά 17.557 συμβόλαια, με αποτέλεσμα οι συνολικές καθαρές θέσεις να διαμορφωθούν στα 142.272 συμβόλαια από 124.715 συμβόλαια, την προηγούμενη εβδομάδα.
Περιορισμένη είναι η συναλλαγματική δραστηριότητα, εξαιτίας της εορταστικής περιόδου. Παρόλα αυτά, παρατηρούνται σταθεροποιητικές τάσεις στις κυριότερες συναλλαγματικές ισοτιμίες την τελευταία εβδομάδα. Οι διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) έχει επηρεάσει καθοδικά το αμερικανικό νόμισμα.
Σημαντική αύξηση των αποδόσεων καταγράφεται στην ομολογιακή αγορά των ΗΠΑ, την τελευταία εβδομάδα, στον απόηχο δηλώσεων ανώτατων αξιωματούχων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων θα συνεχιστούν και το επόμενο έτος. Στη ΖτΕ παρατηρούμε σημαντική αύξηση στις αποδόσεις των ομολόγων, λόγω των δηλώσεων για διατήρηση της επιθετικής νομισματικής πολιτικής, το πρώτο εξάμηνο του 2023. Χαρακτηριστικά, η απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου ανήλθε στο 2,43%, στις 27 Δεκεμβρίου, πλησιάζοντας τα υψηλά δεκαετίας που επιτεύχθηκαν τον Οκτώβριο (2,53%) και συμπαρασύροντας τις χώρες της περιφέρειας, όπου το κόστος δανεισμού αυξάνεται σημαντικά και μάλιστα η απόδοση του ιταλικού 10ετούς ξεπέρασε αυτή του ελληνικού. Τέλος, η διαφορά απόδοσης μεταξύ του 10ετούς ομολόγου της Ελλάδας και του 10ετούς ομολόγου της Γερμανίας (spread) παραμένει υψηλή στις 200 μονάδες βάσης (μ.β.), του 10ετούς πορτογαλικού ομολόγου στις 100 μ.β., ενώ του 10ετούς ιταλικού ομολόγου στις 209 μ.β.
Πηγή: Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.