Η πορεία του ευρώ στην εποχή της πανδημίας

Οι παράγοντες που συνέβαλαν στην ενίσχυση του ευρώ το 2020

 
Το ευρώ, μετά από μια δεκαετία προετοιμασιών, καθιερώθηκε, την 1η Ιανουαρίου 1999, ως διεθνές νόμισμα, χωρίς, ωστόσο, να κατορθώσει να θέσει υπό αμφισβήτηση την υπεροχή του δολαρίου ΗΠΑ. Το ευρώ, τα πρώτα τρία χρόνια της παρουσίας του, χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για λογιστικούς σκοπούς και ηλεκτρονικές πληρωμές, ενώ, από την 1η Ιανουαρίου 2002, εισήλθε σε φυσική κυκλοφορία σε 12 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όταν ξέσπασε η κρίση δημοσίου χρέους στη Ζώνη του Ευρώ, η αξιοπιστία του ευρωπαϊκού νομίσματος δέχτηκε ένα ισχυρό πλήγμα, καθώς, όπως αποδείχτηκε στην πορεία, τα εργαλεία διαχείρισης και επίλυσης κρίσεων ήταν υποτυπώδη, λόγω της έλλειψης ενός κατάλληλου θεσμικού πλαισίου, με αποτέλεσμα στην περίοδο 2010-2015 να απωλέσει μέχρι και το 29% της αξίας του έναντι του δολαρίου ΗΠΑ .

Ωστόσο, με την εξάπλωση της νόσου COVID-19, από τις αρχές του 2020, η αντίδραση του ευρώ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί απρόσμενη. Παρότι το σύνηθες είναι, σε περιόδους οικονομικών ή γεωπολιτικών διαταραχών οι συμμετέχοντες στις αγορές να στρέφονται στο δολάριο ΗΠΑ, καθώς παραδοσιακά αποτελεί καταφύγιο ασφάλειας και ρευστότητας, στη συγκεκριμένη περίπτωση άρχισε να παρατηρείται αλλαγή τάσης και αύξηση της ζήτησης για το ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι, στην περίπτωση της κατάρρευσης της Lehman Brothers (2008), η οποία σε ένα βαθμό αποτελούσε εσωτερικό πρόβλημα των Ηνωμένων Πολιτειών, το δολάριο είχε ενισχυθεί έναντι των βασικότερων νομισμάτων, συμπεριλαμβανομένου και του ευρώ. Στις 10 Σεπτεμβρίου 2020, το ευρώ διαπραγματευόταν κοντά σε υψηλό περίπου 2,5 ετών έναντι του δολαρίου ΗΠΑ, καθώς στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης συνέβαλαν σε σημαντικό βαθμό στον περιορισμό της εξάπλωσης του κορωνοϊού, ενώ, παράλληλα, ελήφθησαν μέτρα για την ενίσχυση των ασθενέστερων οικονομιών της. Αντίθετα, η ανομοιογενής πρόοδος στον τρόπο περιορισμού της εξάπλωσης της νόσου στις Ηνωμένες Πολιτείες και οι επιπτώσεις της στην οικονομική ανάκαμψη επιβάρυναν τη δυναμική του δολαρίου. Η τελευταία, άλλωστε, αποτυπώνεται στην πορεία του σταθμισμένου δείκτη DXY του χρηματιστηρίου παραγώγων του Intercontinental Exchange-ICE, ο οποίος καταγράφει τη συμπεριφορά του δολαρίου έναντι ενός καλαθιού νομισμάτων χωρών-εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ. Συγκεκριμένα, ο δείκτης έχει υποχωρήσει κατά 3,4%, από την αρχή του έτους, ενώ διαμορφώνεται στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάιο 2018. Ωστόσο, δεν αποκλείεται η ενίσχυση του ευρώ να αποδίδεται στο ότι απλά οι συμμετέχοντες στις αγορές εκτιμούν ότι θα υπάρξει γενικά αποδυνάμωση του δολαρίου και όχι βελτίωση των οικονομικών προοπτικών στη Ζώνη του Ευρώ. Άλλωστε, η απόφαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ να μειώσει φέτος το βασικό της επιτόκιο στο μηδέν είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί η επιτοκιακή διαφορά μεταξύ του δολαρίου και των άλλων νομισμάτων, καθιστώντας το δολάριο λιγότερο ελκυστικό.

 
Ικανοποιεί και σε πιο βαθμό το ευρώ, τα κριτήρια του διεθνούς νομίσματος;

Το ευρώ αποτελεί ήδη το δεύτερο πιο σημαντικό διεθνές νόμισμα στον κόσμο, μετά το δολάριο ΗΠΑ. Τι είναι, όμως, αυτό που καθορίζει ένα νόμισμα ως διεθνές; Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία (Maggiori M., Neiman B., and Schreger J. (2019), “The Rise of the Dollar and Fall of the Euro as International Currencies”, American Economic Review P&P), προκειμένου ένα νόμισμα να αποκτήσει το χαρακτηρισμό του διεθνούς νομίσματος απαιτείται να πληρούνται τα ακόλουθα τέσσερα βασικά κριτήρια:

Πρώτον, να χρησιμοποιείται σε εκδόσεις ομολόγων και δανείων.

Δεύτερον, να χρησιμοποιείται στο διεθνές εμπόριο.

Τρίτον, να έχει σημαντικό όγκο συναλλαγών στις αγορές συναλλάγματος.

Τέταρτον, να αποτελεί αποθεματικό νόμισμα μίας κεντρικής τράπεζας.

Όσον αφορά στο πρώτο κριτήριο, κρίνεται απαραίτητη η αύξηση της προσφοράς ασφαλών περιουσιακών στοιχείων σε ευρώ. Άλλωστε, οι χώρες της Ζώνης του Ευρώ, προκειμένου να περιορίσουν τις επιπτώσεις του COVID-19 στην πραγματική οικονομία, έχουν αυξήσει τον αριθμό των ομολογιακών εκδόσεων τους τελευταίους μήνες. Παράλληλα, με το νέο πρόγραμμα αγορών περιουσιακών στοιχείων, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει διασφαλίσει ότι τα κρατικά ομόλογα της Ζώνης του Ευρώ θα διατηρήσουν το καθεστώς του ασφαλούς περιουσιακού στοιχείου. Επιπρόσθετα, η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εκδώσει χρέος της Ευρωπαϊκής Ένωσης έως Ευρώ 750 δισ. για τη χρηματοδότηση του σχεδίου ανάκαμψης αυξάνει, επίσης, την προσφορά κοινών ευρωπαϊκών ασφαλών περιουσιακών στοιχείων. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί μια ισχυρή ανάκαμψη για όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να καταστεί η Ζώνη του Ευρώ ένας ελκυστικός προορισμός για επενδύσεις. Μια ισχυρή ανάκαμψη θα συμβάλει στη διατήρηση ή ακόμη και στη βελτίωση της προσφοράς ασφαλών περιουσιακών στοιχείων, καθώς η ανάπτυξη είναι μείζονος σημασίας για τη βιωσιμότητα του χρέους.

Όσον αφορά στο δεύτερο κριτήριο, πρέπει να υπάρξει περαιτέρω χρήση του ευρώ στο διεθνές εμπόριο σε στρατηγικούς τομείς, όπως τρόφιμα, αεροσκάφη, μεταφορές και ενέργεια. Αξίζει να τονιστεί ότι πάνω από το 80% των εισαγωγών ενέργειας στη Ζώνη του Ευρώ αποτιμάται και καταβάλλεται σε δολάρια ΗΠΑ. Στην κατεύθυνση προώθησης του ευρώ στις διεθνείς συναλλαγές, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το τελευταίο διάστημα, προσπαθεί να εισαγάγει περαιτέρω τη χρήση του ευρώ στις συμβάσεις ενέργειας.

Όσον αφορά στο τρίτο κριτήριο, σύμφωνα με την τελευταία τριετή έκθεση της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (Απρίλιος 2019), ο όγκος των συναλλαγών σε δολάριο, στις αγορές συναλλάγματος, υπερτερούσε πάνω από 2,5 φορές του αντίστοιχου σε ευρώ.

Τέλος, όσον αφορά στο τέταρτο κριτήριο, το ευρώ, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (Currency Composition of Official Foreign Exchange Reserves-COFER), το πρώτο τρίμηνο του 2020, αποτελούσε το 20% των συναλλαγματικών αποθεματικών των κεντρικών τραπεζών, ενώ το δολάριο το 62%. Σημειώνεται ότι, στο τέλος του 2007, τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 23% και 67%, αντίστοιχα.

Το ευρώ, από την ημέρα εισαγωγής του, έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στην κάλυψη των προαναφερθέντων κριτηρίων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω βελτιώσεις, εάν το ζητούμενο είναι να υπερκεράσει το δολάριο.

 
Μπορεί η εμβάθυνση της ΟΝΕ να ενισχύσει την ελκυστικότητα του ευρώ;

Η πανδημική κρίση του COVID-19 έδωσε μια νέα ώθηση στο επιχείρημα ότι το ενιαίο νόμισμα αξίζει ένα μεγαλύτερο διεθνή ρόλο. Άλλωστε, στις 5 Δεκεμβρίου 2018, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ανακοινώσει επίσημα μια πρωτοβουλία για τη βελτίωση της διεθνούς θέσης του ευρώ (Towards a stronger international role of the euro COM (2018) 796/4). Αυτή η πρόταση βασίστηκε στη δυνατότητα επίτευξης μιας πληρέστερης Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ).

Ο μόνος τρόπος για να μπορέσει το ευρώ να διαδραματίσει ένα σημαντικό διεθνή ρόλο είναι μέσω της βελτίωσης του θεσμικού πλαισίου της ΟΝΕ. Ιστορικά διαπιστώνεται ότι οι χώρες με ισχυρά νομίσματα διακρίνονται για την ισχυρή τους οικονομία, τους υψηλούς αναπτυξιακούς ρυθμούς, την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, την πολιτική σταθερότητα, την προσφορά ασφαλών περιουσιακών στοιχείων, τις ανεπτυγμένες χρηματοπιστωτικές αγορές και τη σημαντική στρατιωτική τους δύναμη. Η ΟΝΕ, στην παρούσα συγκυρία, δεν πληροί όλα αυτά τα κριτήρια. Με δεδομένο ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δεν μπορεί να ασκεί διευκολυντική πολιτική σε μακροπρόθεσμη βάση, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι σημερινές προκλήσεις κρίνεται αναγκαία η εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και η βελτίωση της αρχιτεκτονικής της ΟΝΕ. Η νομισματική πολιτική απαιτεί ότι η ΕΚΤ θα υποστηρίζει το διεθνή ρόλο του ευρώ με στόχο τη διαφύλαξη των συνθηκών ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η διαχείριση ενός παγκόσμιου νομίσματος προϋποθέτει, επίσης, την παροχή ρευστότητας σε ξένες κεντρικές τράπεζες, μέσω γραμμών ανταλλαγής (swap) και repo σε περιόδους αβεβαιότητας. Η ΕΚΤ έχει ήδη ενεργοποιήσει ορισμένα από αυτά από την έναρξη της πανδημίας.

Σωστά οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρούν ότι το status quo του δολαρίου διευκόλυνε τις Ηνωμένες Πολιτείες να αντιμετωπίσουν καλύτερα την οικονομική διαταραχή που προκάλεσε η υγειονομική κρίση της νόσου COVID-19. Οι ΗΠΑ επωφελήθηκαν από την «προνομιακή υπεροχή» του δολαρίου και της ικανότητας αξιοποίησης των κεφαλαιαγορών για τη χρηματοδότηση των δημοσίων δαπανών τους με χαμηλό κόστος, παρά το υψηλό κρατικό χρέος. Παράλληλα, ο κυρίαρχος ρόλος του δολαρίου στο παγκόσμιο εμπόριο προστάτευσε την οικονομία των ΗΠΑ από την ανατίμηση που συνήθως επιφέρει το καθεστώς του ασφαλούς καταφυγίου.

Οι δυνατότητες του ευρώ ως διεθνές νόμισμα δεν έχουν αξιοποιηθεί πλήρως μέχρι σήμερα, ενώ δεν έχουν επωφεληθεί όλες οι χώρες της Ζώνης του Ευρώ από το προνόμιο του χαμηλότερου κόστους δανεισμού στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, ειδικά σε περιόδους αυξημένης απροθυμίας ανάληψης επενδυτικού κινδύνου. Συνήθως, όταν συμβαίνουν οικονομικές διαταραχές, οι επιπτώσεις τους γίνονται αισθητές ασύμμετρα. Η κατανομή τυχόν ωφελειών από το διεθνή ρόλο του ευρώ στρέφεται σε λίγες χώρες και συγκεκριμένα σε αυτές που εκδίδουν χρεόγραφα που οι επενδυτές θεωρούν ασφαλή περιουσιακά στοιχεία. Στις διεθνείς αγορές εναπόκειται να αποφασίσουν ποια νομίσματα θα χρησιμοποιούν περισσότερο. Ωστόσο, αν ενισχυθεί περαιτέρω η χρήση του ευρώ στις διεθνείς αγορές, τότε η επιλογή του ως του περισσότερου διαδεδομένου διεθνούς νομίσματος θα καταστεί ελκυστικότερη.

Πηγή:  Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.

Σχετικά Άρθρα